Κυριακή 4 Σεπτεμβρίου 2016

ΜΕΤΑΚΙΝΗΣΕΙΣ ΣΤΟ ΑΙΓΑΙΟ ΚΑΙ ΙΟΝΙΟ


 

 
 

 

            Μετακινήσεις βλέπουμε και στις ελληνικές θάλασσες του Ιονίου αλλά και του Αιγαίου, οι δυσκολίες επικοινωνίας στο τρικυμισμένο πέλαγος κάνουν απέραντο το μικρό υδάτινο Ελληνικό θαλάσσιο χώρο.

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Στα βυζαντινά χρόνια οι πειρατικές επιδρομές απασχολούν συχνά τον αυτοκρατορικό στόλο.



            Μετά την άλωση πολλοί κάτοικοι των νησιών του ΒΔ Αιγαίου κυρίως οι πιο πλούσιοι προ της απειλής της τουρκικής κατάκτησης φεύγουν για ασφαλέστερα μέρη  Βενετία, ή Βενετικές και Φράγκικες κτήσεις κυρίως στα  μεγάλα νησιά, όμως αμέσως μετά την κατάκτηση των νησιών τους, μετατοπίζονται από τους Τούρκους στην Κωνσταντινούπολη ή εξανδραποδίζονται, άλλοι πάλι εκτοπίζονται από τα κάστρα για να εγκατασταθούν οι φρουρές.

            Οι κάτοικοι των μικρότερων νησιών είναι τυχερότεροι, γιατί δεν έρχονται να μείνουν εκεί τουρκικά αποβατικά αγήματα ή πληθυσμοί και σπάνια φτάνουν στις ακτές τους λοιμώδεις ασθένειες, αλλά έχουν να αντιμετωπίσουν εκτός την φιλοχρηματία των περαστικών Τούρκων υπαλλήλων, τις αυθαιρεσίες των αγημάτων Τούρκικων και Βενετικών στόλου και ιδίως τις επιδρομές των πειρατών.

 
          Η επίδραση του γεωγραφικού περιβάλλοντος έπαιξε σπουδαίο ρόλο στην ανάπτυξη της πειρατείας από τα πανάρχαια χρόνια και κατά τα Βυζαντινά , ακόμη δε περισσότερο στα πρώτα χρόνια της Τουρκοκρατίας.

            Στα νησιά των Σποράδων,  Κυκλάδων και Δωδεκανήσων  υπήρξαν φωλιές πειρατών όπως το κάστρο της Σκιάθου (που καταστράφηκε στα 1538 από τον Χαιρεδδίν Μπαρμπαρόσσα). Αποτέλεσμα των επιδρομών ήταν να ερημωθούν τα νησιά για λίγα ή πολλά χρόνια. Όπως η Ικαρία (Νικαριάς). Στην μνήμη των νησιωτών ανεξάλειπτες είναι οι επιδρομές του Μπαρμπαρόσσα κατά τα μέσα του 16ου αιώνα, Προφορικές παραδόσεις και χαράγματα (ακιδογραφήματα) στους τοίχους των μονών και εκκλησιών μιλούν για εκείνη την ταραγμένη εποχή.

            Τα παράλια χωριά καταστρέφονται και οι νησιώτες συρρέουν στο εσωτερικό, ο αριθμός των κατοίκων κυρίως των ανδρών μειώνεται.

            Ο Giacomo Rizzardo αναφέρει στο χρονικό του για την άλωση της Χαλκίδας(1470) τους κατοίκους των νησιών όπως παρακάτω:

 

Άνδρος    2.000 κάτοικοι

Τήνος και Μύκονος  3.000 κάτοικοι

Αμοργός 200 κάτοικοι

Σέριφος  200 κάτοικοι

Αντίπαρος 100 κάτοικοι

Πάρος 3.000 κάτοικοι

Σίφνος  1.000 κάτοικοι

Μήλος 2.500 κάτοικοι

Κέα 300 κάτοικοι

Αίγινα 1.000 κάτοικοι

Τροιζινία 500 κάτοικοι

Κύθηρα 500 κάτοικοι

Σαντορίνη 300 κάτοικοι

Κάρπαθος 300 κάτοικοι

Λέρος 200

Αστυπάλαια 400

Κάλυμνος και Πάτμος 400

Σκύρος 1.200 κάτοικοι

Λήμνος 6.000 κάτοικοι

Ίμβρος 3.000 κάτοικοι

Σαμοθράκη 200 κάτοικοι

Σκιάθος και Σκόπελος  1.200 κάτοικοι

 

 

            Σοβαρά είναι τα δημογραφικά προβλήματα των νήσων του Αιγαίου τους δύο πρώτους αιώνες της τουρκοκρατίας.

            Υπολογίζεται ότι μόνο στην Μυτιλήνη ερημώθηκαν και εξαφανίστηκαν 30 περίπου χωριά.          

            Ως την  ολοκληρωτική επιβολή των Τούρκων στο Αιγαίο στα μέσα του 16ου αιώνα, οι νησιώτες υποφέρουν από τις Τουρκικές επιδρομές και από τους μουσουλμάνους πειρατές.

            Στα 1456 με1457 καταστρέφεται η Νίσυρος και η Κάλυμνος από τους Τούρκους πειρατές της Μ Ασίας και η καταστροφή των κάστρων Νερατζία και Περίπατος στην Κω από τον Τουρκικό στόλο της Καλλίπολης.

            Για την αντιμετώπιση των Τούρκων πειρατών όπως του Καρακασάν, Κούρτογλους, Καμαλή, Καραδρομής, Κούσαγλη κα οι Φράγκοι επιβάλουν ειδικό φόρο το ΤΟΥΡΚΟΤΕΛΙ. Αλλά και οι Τούρκοι ανησυχούν από τις επιδρομές των Βενετών και Φράγκων πειρατών και θέλουν να εξασφαλίσουν ορισμένα επίκαιρα νησιά γι αυτό οχυρώνουν την Τένεδο και την Λήμνο.

 

 

ΜΟΥΣΟΥΛΜΑΝΟΙ ΚΑΙ ΦΡΑΓΚΟΙ ΠΕΙΡΑΤΕΣ

 

            Τα καράβια των μουσουλμάνων πειρατών της ΒΔ Αφρικής αυλακώνουν την Μεσόγειο, το Ιόνιο και το Αιγαίο, πολλοί από αυτούς είναι αρνησίθρησκοι κυρίως Ισπανοί,  Γάλλοι, Ιταλοί κα άνθρωποι του σχοινιού και του παλουκιού, που κουβαλούν στο Αλγέρι πλήθη από χριστιανούς σκλάβους που τους πουλούν στους Μπαρμπαρέζους και εκείνοι με την σειρά τους σε άλλους.

            Παράλληλα δρουν και χριστιανοί πειρατές, πρώτοι από όλους οι  Ιωαννίτες ιππότες της Ρόδου, που εκτείνουν την δράση τους μέχρι την Θεσσαλονίκη και την Καβάλα, τα παράλια της Καβάλας στα τέλη του 15ου αιώνα δεν είχαν ακόμα συνοικιστεί και αποτελούσαν ευπαθές σημεία γιατί από εκεί περνούσε ο δρόμος που ένωνε τον Μοριά με την Κωνσταντινούπολη,

            Γενικά τα παράλια του Βορείου Αιγαίου  ήταν πολύ επικίνδυνα. Κύριο ορμητήριο των πειρατών ήταν η δασωμένη από άκρο σε άκρο Θάσος με τα δαντελλωτά ακρογιάλια της.

            Θα πρέπει να σημειωθεί ότι οι Τούρκοι κάτοικοι της Νέας Φώκαιας ήταν κατά τις αρχές του 17ου αιώνα οι περισσότεροι πειρατές.

 

            Αντιδρώντας οι Τούρκοι κατά των Ιωαννιτών ανταποδίδουν τα χτυπήματα με επιδρομές στα νησιά γύρω από την Ρόδο. Λεηλατούν την Κω, Κάλυμνο, Χάλκη, Λέρο, Νίσυρο κλπ και αρκετά από αυτά ερημώνονται . Μετά το διώξιμο των Ιωαννιτών από την βάση τους (1522) συνεχίζουν τον αγώνα κατά των μουσουλμάνων, αλλά εκτρέπονται σε θηριωδίες κατά των χριστιανών.

            Με τους χριστιανούς πειρατές υπηρετούν και Έλληνες, και αργότερα δρουν και μόνοι τους.

            Οι πειρατές προσβάλουν  τα νησιά του Αιγαίου περισσότερο παρά του Ιουνίου. Ήδη στα 1504 αποικίζεται η Ιθάκη που είχε ερημωθεί. Νέοι άποικοι από την Στερεά και την Κεφαλληνία έρχονται στην νέα πατρίδα τους, όπου τους παραχωρούν γαίες και τους απαλλάσσουν από φόρους για 5 χρόνια.

 

 

 

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Στην Πάρο τα δημοτικά τραγούδια θρηνούν εκατοντάδες νεκρούς και αιχμάλωτους που έγιναν σκλάβοι:   

«Όλα τά Δωδεκάννησα στέκουν αναπαμένα
κ’η Πάρος η βαριόμοιρη στέκετ’ αποκλεισμένη
κ’όσοι τήν ξεύρουν κλέουν την κι’όλοι τήνε λυπούντε
καί σάν τήν κλαίη η Δέσποινα κανείς δέν τήνε κλαίγει».


 

ΑΠΟΙΚΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΝΗΣΩΝ ΜΕΤΑ ΤΟ 1570

 
 

Μετά τον 16ο αιώνα παρατηρείται μια ύφεση της πειρατείας στο Νότιο Αιγαίο, και το γεγονός αυτό βοηθάει τον βαθμιαίο ανασυνοικισμό των νησιών.

Η βελτίωση οφείλεται στα μέτρα που πήραν οι Τούρκοι, για την καταδίωξη της πειρατείας, μετά την πλήρη κυριαρχία τους στα νησιά το 1566 ( συντηρούν 5 εξοπλισμένες γαλέρες για την συνεχή δίωξη της πειρατείας στις Κυκλάδες και Σποράδες και σε άλλα μέρη)

Το μόνο νησί που είχε την τύχη να αποφύγει την Τουρκική κυριαρχία ήταν η Τήνος που έμεινε Ενετική μέχρι τα 1715, για να καταλάβουν αυτή την βάση των Ενετών επιχειρούσαν αλλεπάλληλες αποβάσεις τον 16 και 17ο αιώνα.

Η κατάσταση βελτιώθηκε με τον ανασυνοικισμό, ορισμένων έρημων νήσων κατά το τέλος του 17ου αιώνα, μετά δηλαδή τον πόλεμο της Κύπρου και την ναυμαχία της Ναυπάκτου (1570 -1571).


Στα 1570 ο Τούρκος γεωγράφος Χατζή Κάλφα αναφέρει ότι με την εμφάνιση του ενωμένου Χριστιανικού στόλου στην Ναύπακτο οι κάτοικοι των νησιών ξεσηκώθηκαν εναντίον των Τούρκων, αλλά ο βεζίρης Μεχμέτ Σοκόλλης εισήγαγε σε αυτά φρουρές και κατέστειλε τις ανταρσίες με πολιτικότητα και διπλωματία.

Οι φρουρές αυτές ήταν κατά τον Hasluck οι νέοι άποικοι , Αλβανοί που ευνοήθηκαν από την Τουρκική κυβέρνηση και συντέλεσαν στην παγίωση της ασφάλειας στο Αιγαίο.

Η είδηση του Χατζή Κάλφα δεν είναι ακριβής και πολύ περισσότερο η ταύτηση των φρουρών με τους αποίκους, όπως υποστηρίζει ο Hasluck.

Και αν ακόμα έχει κάποια αλήθεια η πληροφορία του Χατζή Κάλφα, ο ταυτισμός όμως του Hasluck είναι ασύστατος (θα το δούμε στην συνέχεια).

Το μόνο θετικό είναι ότι έχουμε ανασυνοικισμό ή πύκνωση του πληθυσμού ορισμένων νησιών του Αιγαίου, όπως γράφει ο Έλληνας πλοηγός Αντώνιος από την Μήλο (Antonio di Milo) Isolario του :

Τα ψαρά συνοικίστηκαν στα 1571
Η Σάμος στα 1572
Η Ίος στα 1575
Ο Άγιος Ευστράτιος στα 1577
Ότι μετά το 1571 κατοικήθηκαν και τα μικρά νησιά με τον ίδιο τρόπο.

 

            Η παγιοποίηση της τουρκικής καταστάσεως στο Αιγαίο οδήγησε τους Σουλτάνους στην εφαρμογή προγράμματος εποικισμού των νησιών. Παρόμοιο με αυτό που εφαρμόστηκε στην Θράκη και αλλού, το πρόγραμμα αυτό το βάσισαν σε παροχές γαιών και φορολογικών κλπ προνομίων.

            Ήδη επί Σουλεϊμάν Α παραχωρήθηκαν προνόμια στα Δωδεκάνησα για να ανακοπή η φυγή των κατοίκων προς τις ενετοκρατούμενες περιοχές.

            Οι Σουλτάνοι συνοίκιζαν τα αραιωμένα νησιά με νέους εποίκους κυρίως Αλβανούς, με στόχο να εδραιώσουν την ασφάλεια των περιοχών.

 

 

 
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Το μέλλον των σκλάβων των πειρατών από την πρώτη στιγμή ήταν ζοφερό και ο θάνατος διαφαινόταν κάθε στιγμή. 
 

ΑΝΑΣΥΝΟΙΚΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΑΜΟΥ ΝΙΞΑΡΙΑΣ

 

            Παράδειγμα του Σουλτανικού προγράμματος ανασυνοικισμου στα νησιά παρακολουθούμε στην Σάμο, οι κάτοικοι του νησιού αυτού απελπισμένοι από την πειρατεία, είχαν αποσυρθεί σε διάφορα ψηλά μέρη του εσωτερικού και είχαν κτίσει νέες οικήσεις με κάστρα ναούς τα ερείπια των οποίων σώζονται μέχρι σήμερα

 

            Βαθμιαία όμως το δασωμένο αυτό νησί έγινε φωλιά πειρατών κα οι κάτοικοι ήταν αδύνατον να ζήσουν ήσυχοι.

            Στα 1475 δέχτηκαν την πρόταση του Giustiniani να τους μεταφέρουν και να τους εγκαταστήσουν στην Χίο, το ίδιο έγινε και  με τους Νικαριώτες.

            Η Σάμος όμως δεν ερημώθηκε απόλυτα , όπως είναι πιθανό έμειναν και Νικαριώτες στο νησί τους μέσα σε λόγχμες και τα δάση, κυρίως της περιοχής Λαγκάδας.

            Σαμιώτες έμειναν σαν καρβουνιάρηδες στο νότιο μέρος του νησιού αλλά και στο εσωτερικό. Πάντως όταν στα μέσα του 16ου αιώνα περνά ο Belon από την Σάμο απορεί πως ένα τόσο μεγάλο και ένδοξο νησί, είναι σχεδόν έρημο, αιτία λέει είναι οι Πειρατές, που συχνάζουν εκεί και εξοικονομούν ξηλεία για να κατασκευάζουν «φούστες».

 

Για την Νικαρία ο Sauger αναφέρει: «Σήμερον δε, αν και το πλήθος των κατοίκων της είναι ανθρακείς και ξυλοκόποι, φέρουσι μεγάλα ονόματα ως πχ Παλαιολόγοι, Κομνηνοί, Καντακουζινοι κλπ.  Ίσως ήταν απόγονοι φυγάδων του Βυζαντίου και όχι εξόριστοι αυτού».

 

            Πότε λοιπόν συνοικίστηκε ο Σάμος; Γραπτές μαρτυρίες σωνόντουσαν μέχρι τα 1834, τότε χάθηκαν μαζί με άλλα ενδιαφέροντα έγγραφα.

            Έτσι έχουμε μαρτυρίες, ο μητροπολίτης Γεωργειρήνης αναφέρει ότι ο Κιλίτς Αλή πασάς όταν αποβιβάστηκε κάποια μέρα εκεί  για να κυνηγήσει τόσο πολύ απογοητεύτηκε, ώστε ζήτησε άδεια από τον Σουλτάνο να συνοικίση το νησί. Και πραγματοποιήθηκε με μεταφορά εκεί οικογενειών από γειτονικά μέρη και προ πάντων από την Μυτιλήνη.

            Βέβαια υπήρχαν και κάτοικοι και αυτό διαπιστώθηκε από κοκάλα  κατοίκων σε δυσπρόσιτο μέρος του νησιού, την Παναγιά την Φανερωμένη.

            Βέβαια η αφελής αυτή διήγηση του   μητροπολίτη Γεωργειρήνη κρύβει τον πυρήνα της αλήθειας και αυτή δεν μπορεί παρά να είναι η επιθυμία των Τούρκων να παγιώσουν την ασφάλεια στο Αιγαίο και το ενδιαφέρον τους για τα στενά της Σάμου που βρισκόταν στον δρόμο για την Αίγυπτο, καθώς και την εκμετάλευση των δασών του νησιού για την κατασκευή καραβιών, έτσι οι Τούρκοι για να προσελκύσουν κατοίκους προσέφεραν γαίες και προνόμια, ο δε χρόνος συνοικισμού της Σάμου πρέπει να θεωρηθεί  η πληροφορία του πολυταξιδεμένου Ιάκωβου Μηλοίτη (γεννημένου στην Μήλο αλλά μεγαλωμένου στην Πάτμο) ο οποίος τοποθετεί τον συνοικισμό στα 1577.

 

            Πρώτος επίσκοπος Σάμου διορίστηκε ο άποικος ιερέας Αθανάσιος. Ο εποικισμός του νησιού γίνηκε με αργό ρυθμό . έτσι στις αρχές του 17ου  ο πληθυσμός ήταν ακόμα αραιός, διότι η πειρατεία είχε δημιουργήσει ατμόσφαιρα φοβίας.

            Στα 1621 το νησί κατοικείται αλλά όχι όπως τα άλλα νησιά, υπήρχαν 17 κωμοπόλεις και χωριά, οι κάτοικοι προήλθαν από την Χίο,  απόγονοι παλαιών Σαμιωτών (θυμάσαι είχαν φύγει μετά από συμφωνία με τον Giustiniani στην Χίο) άρα οι Σαμιώτες που επέστρεψαν στην Σάμο από την Χίο ήταν στην πραγματικότητα Σαμιώτες, αλλά ήρθαν και κάτοικοι από την Πάτμο, από τα Βουρλά  της Μ Ασίας, από την Μυτιλήνη, την Πελοπόννησο, την Νάξο, τα νησιά των Κυκλάδων, από την Ρόδο, την Κύπρο, την Εύβοια, την Σλόπελο, την Κρήτη, Τα Κύθηρα και την Αίγινα.

            Οι περισσότεροι πάντως ήταν από την Μυτιλήνη και τις βόρειες ελληνικές χώρες, αυτό εξηγεί και το ιδίωμα των Σαμιωτών.

 

 

ΑΛΒΑΝΙΚΟΙ ΕΠΟΙΚΙΣΜΟΙ ΣΤΟ ΑΙΓΑΙΟ

 

 

            Τα νησιά που πραγματοποιήθηκαν αξιόλογοι εποικισμοί Αλβανών, βρίσκονται στις Κυκλάδες και στον Σαρωνικό.

            Τα νησιά Άνδρος, Ύδρα, Πόρος, Σαλαμίνα (Κούλουρη), Αίγινα, Αγκίστρι δέχτηκαν σημαντικές ομάδες, ενώ μικρότερες ομάδες πήγαν στα νησιά Κέα (Τζιά), Κύθνος (Θερμιά), Ίος.

            Στα μέρη αυτά με επιμίξης με τον ντόπιο πληθυσμό, και από το γεγονός ότι δεν αποτελούσαν την πλειοψηφία του πληθυσμού, αλλά και επειδή ένας ανώτερος πολιτισμός «καταπίνει» ένα υποδιαίστερο, οι Αλβανοί άποικοι εξελληνίστηκαν και αφομοιώθηκαν αφήνοντας μόνο τα οικογενειακά τους επίθετα και μερικά τοπωνύμια.

            Κατά τον Μπίρη αναφέρεται ότι είναι λανθασμένη η πληροφορία του Sauger, ότι οι Αλβανοί έποικοι αποτελούσαν το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού, την ολιγότητα των Αλβανών μαρτυρούν τα αλβανικά επίθετα και τοπωνύμια.

            Μικρές ομάδες εγκαταστάθηκαν στην Σάμο σε ένα μικρό χωριό επάνω από τον Πύργο μιλούσαν Αρβανίτικα ακόμα στα 1677.

            Στα Ψαρά, την Κάσο και πιθανόν στην Σκόπελο εγκαταστάθηκαν μικρές ομάδες Αλβανών, όλες απορροφήθηκαν από τους παλαιότερους και νεώτερους Έλληνες κατοίκους.

            Ειδικά στην Σάμο στο χωριό Λέκα (50 σπίτια) , άνω και κάτω Αρβανίτες και Μοριάς υποδηλώνουν την παλαιότερη μετεκοισία των Αρβανιτών, μέχρι τα 1677. Η επωνυμία Λέκα προέρχεται από τον πρώτο οικιστή Λέκα από την Πελοπόννησο. Οι κάτοικοι του χωρίου Μορέας καθορίζει τον τόπο προέλευσης των κατοίκων .

            Σχετικά με την προέλευση των Αρβανιτών υπάρχουν πολλές απόψεις , ο Hasluck διατύπωσε την άποψη ότι ήταν αιχμάλωτοι πολέμου που πιάστηκαν από Πασά Ουλούτς ή Κιλίτς Αλή στις επιχειρήσεις της Ανδριατικής πριν την Ναυμαχία της Ναυπάκτου, κατά την επανάσταση στην περιοχή Δρίνου και της Μποιάνας.


 






ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Ο Χαΐρ αντ Ντιν (Μπαρμπαρόσα= Κοκινογένης) γεννιέται το 1475-1478 σε ψαροχώρι της Λέσβου, τμήμα τότε της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Η μητέρα του, Κατερίνα (ή Καταλίνα), ήταν χριστιανή ελληνικής καταγωγής και ο πατέρας του, Γιακούπ Αγά Χιζίρ, είτε τούρκος αξιωματικός του ιππικού (σπαχής) είτε εξισλαμισμένος Έλληνας (γενίτσαρος).

 

            Οι Αλβανοί της Άνδρου κυρίως των χωριών Άρνας και Αμολόχου (το Γάβρειον είναι συνοικισμός του 1821) προήλθαν από την Κάρυστο (όπως λένε οι ίδιοι) , η διάλεκτός τους όμως μοιάζει με του Πόρου, που ενισχύθηκαν κατά τον Sauger από κατοίκους του Αμολόχου ήλθαν από την Πελοπόννησο. Πότε είναι άγνωστο. Ο Δ Πασχάλης ιστορικός της Άνδρου μιλά για το πρώτο τέταρτο του 16ου αιώνα και ακολούθησε και δεύτερος εποικισμός κατά το τελευταίο τέταρτο του ίδιου αιώνα, αν όμως λάβουμε υπ όψη τις μαρτυρίες του περιηγητού Bordone το νησί ήταν σχεδόν έρημο στις αρχές του 16ου αιώνα (quasi deserta) και του Braconnier  οι Αλβανοί έποικοι είχαν έρθει πριν 100 χρόνια , με βάσει αυτά πρέπει να εντοπίσουμε την έλευση των Αλβανών στο τελευταίο τέταρτο του 16ου αιώνα . Στα 1655 στα πιο πάνω χωριά κατοικούσαν 1200 Αλβανοί.

            Στις περιοχές που υπήρχε πυκνός πληθυσμός Αλβανών παρατηρήθηκε εξαλβανισμός των Ελλήνωνκαι Φράγκων ντόπιων, αυτό το μαρτυρούν τα οικογενειακά ονόματα πχ Βελούδος, Βιδάλης, Γαβαλιάς, Δεκαβάλλας, Εξαδάκτυλος, Καλόγνωμος, Κάρλος κα.

            Στα 1700 οι κάτοικοι της Άρνας και του Αμόλοχου φορούσαν το αλβανικό ένδυμα και ζούσαν με τα έθιμά τους, δηλαδή όπως λέει ο Tournefort «χωρίς νόμο και χωρίς πίστη».

 

 

            Λίγοι Αλβανοί έποικοι εγκαταστάθηκαν στα  έρημα Ψαρά το τελευταίο τέταρτο του 16ου αιώνα. Αλλά αφομοιώθηκαν γρήγορα από πολλούς έποικους του 17ου αιώνα που είχαν έρθει από την Θεσσαλομαγνησία, την Εύβοια, και Δυτ Ήπειρο, έτσι εξηγείται γιατί δεν μιλούν καθόλου Αλβανική γλώσσα , ενώ υπογραμμίζεται η ομοιότητα των Ψαριανών με τα αντίστοιχα έθιμα των Θεσσαλών και των Κυμαίων.

            Σκοτεινά είναι τα γεγονότα με τον εποικισμό και την προέλευση των Αλβανών εποίκων που εγκαταστάθηκαν στα άγονα νησιά των Σπετσών και της Ύδρας, κατά διηγήσεις του Andre Trevet στα μέσα του 16ου αιώνα η  Ύδρα ήταν έρημη .

            Πρέπει να θεωρηθεί ότι το νησί εποικίσθη μετά την ναυμαχία της Ναυπάκτου (1571), όπως αναφέρει και ο ιστορικός Α Μιαούλης (εγγονός) πριν το 1580. 

            Ο Δημ Πασχάλης εξ άλλου  υποθέτει ότι κατά τις αρχές του 16ου αιώνα πέρασαν από το Κρανίδι βοσκοί στα νησιά Σπέτσες, Πόρο  και Ύδρα αναζητώντας βοσκές  για τις κατσίκες τους! (τι βοσκές να βρουν στα βραχώδη αυτά ξερονήσια και με ποιο τρόπο να περάσουν απέναντι τα κοπάδια τους).

            Δες όμως τι αναφέρει ο Α Μιαούλης (εγγονός) και τι υποστήριζε ο Α Μιαούλης (παππούς):

            Το ερώτημα που μπαίνει είναι ήταν εντελώς έρημα τα νησιά Σπέτσες και Ύδρα στα χρόνια του  Andre Trevet ; Ή ζούσαν κάποιοι κάτοικοι εκεί; Ο Francesco  Grassetto που ταξίδεψε στα 1511 στην Ανατολική Μεσόγειο γράφει: « Κατά τις 10 την νύκτα ξεκίνησε από  την Σίφνο ο μεγαλοπρεπής προνοητής ( providitor) και στις 6 την νύκτα έφτασε στην Ύδρα (Sidres)  σε ένα βράχο ακατοίκητο κατά την διεύθυνση των Σπετσών (Specie), όπου ήταν δέκα βράχοι ακατοίκητοι». Μήπως η μνεία των ακατοίκητων βράχων πρέπει να θεωρηθεί σαν αντίθετη προς τα κατανομαζόμενα νησιά ως κατοικημένα, οπότε πρέπει να κατεβούμε στα τέλη του 15ου αιώνα και να βρούμε κάποιο στήριγμα για την κοινή παράδοση, ότι οι πρώτοι Αλβανοί ήρθαν γύρω στα 1470 όπως αναφέρει ο Α Μιαούλης (παππούς)

            Πρέπει να θεωρηθεί σίγουρο ότι στα 1580  ήρθαν οικογένειες  στα εν λόγω νησιά Ύδρα, Σπέτσες  από την  Πελοπόννησο, την Κύθνο, Πάργα, Εύβοια, Αυλώνα , Σούλι και Ελληνικές από Βούρλα της Μ Ασίας, Φώκαια, και Τήνο.



 

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Ο Μουσουλμανικός κόσμος γέμισε σκλάβους που πουλούσαν οι πειρατές.


            Κατά τον 17ο αίώνα ο Boschiniσημειώνει πως υπάρχουν σπίτια και ότι τα νησιά είναι καλοί  ψαρότοποι.

            Στην Σαλαμίνα (Κούλουρη) στα 1672 ο Αλβανικός και ο Ελληνικός πληθυσμός ήταν 600 ψυχές και στον Πόρο στα τέλη του 17ου αιώνα ήταν ανάλογος ο πληθυσμός. Από την Σαλαμίνα οι Αλβανικές οικογένειες πέρασαν στο Αγκίστρι. Στην Κύθνο στα τέλη του 16ου αιώνα εγκαταστάθηκαν   Αρβανίτες από την Εύβοια, Άνδρο , Αττική Ύδρα. Και πήραν κτήματα της καθολικής επισκοπής του νησιού, από τον 17 ο αιώνα λέγονται πια Έλληνες. (Αλβανικά επίθετα είναι : Μάνεσις, Πέπιζας, Ντάλες, Λαλεγιάννης, Τόλιας, Τόγιας, Κριελάς, Μάζης, Κουμής, Γκούμας, Τούντας κλπ), στο νησί ανακατώθηκαν και Έλληνες από την Κρήτη, την Μάνη κλπ και όλοι μαζί με τους ντόπιους κατοίκους και τους Φράγκους αφομοιώθηκαν, εδώ θα πρέπει να σημειωθεί ότι η Φραγκική παρουσία υπάρχει στα τοπικά έθιμα πχ η δωρεάν προσφορά αγαθών προς τους άρχοντες, ο χωρισμός των κατοίκων σε άρχοντες ή καλούς ή μεγαλουσιάνους και στους χωριάτες  και ξωτάρηδες. Οι τελευταίοι όταν πλησίαζαν τους πρώτους έπρεπε να είναι ασκεπείς, ταπεινοί και μαζεμένοι, υπάρχουν επώνυμα που θυμίζουν αυτή την παρουσία πχ Αρμάδορος, Βέρος, Γάσπαρης, Δαλλαβίνιας, Δομένικας, Καβαλλιέρος, Κορονέλλος, Μπάστας κλπ

 

            Η Ίος είχε αποικισθεί από τον Μάρκο Κρίσπη, λίγο μετά τον θάνατο του πατέρα του δούκα της Νάξου Ιακώβου, μαζί με κάποιες Αλβανικές οικογένειες που προσκάλεσε από την Πελοπόννησο, τους έδωσε γεωργικά κτήματα . Στα 1558 όμως πειρατές με 14 γαλιότες λεηλάτησαν το νησί και εξανδραπόδισαν τους κατοίκους κατά  τον Sauger, έτσι το νησί έμεινε μέχρι τα 1579 οπότε φτάνει εκεί ο «παπά Ποθητός υιός του ποτέ διάκου της Κρητικής με ορισμόν βασιλικόν» του Ουλούτς Αλή και «ανέστησε» «πρώτον με τον Θεόν της Νίου».

 

            Ο καθηγητής Ι Κ Βογιατζίδης υποστήριξε ότι αυτοί που ήρθαν με τον παπά Ποθητό ήταν Έλληνες, αλλά και οι Αλβανοί που είχε φέρει ο Μάρκος Κρίσπης δεν είχαν εξαφανιστεί εντελώς, κάποια μικρά υπολείμματα είχαν μείνει και αφομοιώθηκαν με τους Έλληνες του παπά Ποθητού.

Το ίδιο υποστηρίζει και ο Π Γ Ζερλέντης με την διαφορά ότι έγινε βαθμιαίος εξελληνισμός των Αλβανών εποίκων, οι οποίοι γνώριζαν την Ελληνική γλώσσα και είχαν επιδράσεις από παλαιά με το Ελληνικό περιβάλλον.

 

Ωστόσο  έγινε βαθμιαίος εποικισμός Ελλήνων και τον 17ο αιώνα. Ανάμνηση των Αλβανών στο νησί είναι το σκωπτικό επίθετο ΤΣΑΡΟΥΧΑΔΕΣ που αποδίδουν οι Σικιμιώτες στους  Νιώτες, γλωσσικά υπολείμματα υπάρχουν ελάχιστα στην ποιμενική ορολογία και 8 επώνυμα όπως μπορεί κανείς να δει στον εκλογικό κατάλογο της Ίου (Αρχολέκας, Βολικάκης, Βαλμάς, Γκίκας, Γκικάκης, Πετζόπουλλος, Τόγιας, Χρόνης).

 

            Έτσι μπορεί κανείς να καταλήξει με ασφάλεια ότι οι εποικισμοί έγιναν στις Κυκλάδες μετά την Ναυμαχία της Ναυπάκτου (1571)και την ανταρσία των Ελλήνων στην Πελοπόννησο, ερμηνεύεται και η αιτιολογία του Χατζή Κάλφα που λέει :

            Οι έποικοι Αλβανοί προήλθαν από την Εύβοια, Αττική και Αργολίδα και όχι από τα Αλβανικά παράλια όπως υποστηρίζει ο Hasluck. Οι Τούρκοι με τον ανασυνοικισμό των νήσων απέβλεπαν στην παγίωση της ασφάλειας και της κυριαρχίας στο Αιγαίο.

 

 

 

            ΠΕΙΡΑΤΕΙΑ ΣΤΟ ΑΙΓΑΙΟ (1600 κ ε)

 

 

            Μετά την επιβολή των Οθωμανών στο Αιγαίο, παρουσιάζεται ύφεση της πειρατείας των μεγάλων πλοίων, όμως τα μικρά πειρατικά  πλοία εξακολουθούν να δρουν, έτσι έχουμε :

 

 





ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Μανιάτες πειρατές σε ενέδρα. Χαρακτικό του Ο. Μ. Baron V. Stackelberg, περί το 1831-37 (Συλλογή: «Βιβλιοφιλία»-Κώστας Σπανός).



ΜΑΝΙΑΤΕΣ ΠΕΙΡΑΤΕΣ

 

            Οι κάτοικοι της Μάνης άνθρωποι που ζούσαν σε άγονη χώρα, με δυσκολοπλησίαστα λιμανάκια τους, τους απότομους βράχους και τα σκαρφαλωμένα χωριά έγινε σφηκοφωλιά πειρατών.

            Στις σπηλιές μοναχοί είχαν τα ασκηταριά τους που ονομαζόντουσαν και ΘΥΡΙΔΕΣ αυτά χρησιμοποιόντουσαν και για σκοπιές. Όταν έβλεπαν κανένα πανάκι ειδοποιούσαν τους κατοίκους των κοντινών χωριών ή να προφυλαχτούν ή να ετοιμαστούν να λαφυραγωγήσουν. Αν η τρικυμία έριχνε ξένα καράβια στις ακτές της Μάνης, οι ναυαγοί δεν έπρεπε να περιμένουν ευσπλαχνία από τους Μανιάτες.

            Οι Μανιάτες δρουν σαν πειρατές και κάτω από τους Φράγκους πειρατές, αλλά και μόνοι τους, χαρακτηριστική περίπτωση είναι η απόβαση Μανιατών στο λιμάνι της Φολεγάνδρου.

 

 

ΤΗΝΙΟΙ ΠΕΙΡΑΤΕΣ

 

 

            Μέχρι τα 1715 ασκούσανε την πειρατεία και οι κάτοικοι της Τήνου που παραπλέανε τα παράλια της Δ Μικράς Ασίας, αναφέρεται σχετικά ότι οι κάτοικοι των Βούρλων (Κλαζομεναί) απαυδημένοι από τις συνεχείς πειρατείες των Τηνιακών, εγκατέλειψαν τα παράλια και αποσύρθηκαν στα μεσόγεια, όπου και η σημερινή κωμόπολη τους.

           

 

ΔΥΤΙΚΟΕΥΡΩΠΑΙΟΙ ΚΑΘΟΛΙΚΟΙ ΠΕΙΡΑΤΑΙ

 

            Κατά τον 17ο αιώνα έχουμε επιδρομές Δυτικοευρωπαίων καθολικών πειρατών, οι οποίοι από θρησκευτικό φανατισμό φερόντουσαν σκληρά στους «σχισματικούς» ορθόδοξους νησιώτες.

            Το αρχιπέλαγος πλημμυρίζει από Γάλλους πειρατές που οι περισσότεροι είναι στην υπηρεσία του Δούκα της Τοσκάνης, η σύλληψη πολλών από αυτούς από τους Τούρκους φέρνει σε δύσκολη θέση τον Γάλλο πρεσβευτή Jean de Gontaut Biron  Πόλη, γιατί παρά την αντίθεσή του προς την πειρατεία έπρεπε να ελευθερώσει τους συμπατριώτες του.

            Η πειρατεία βέβαια προυποθέτει και κλεπταποδόχους και συνεργάτες στα νησιά και στις παράλιες πόλεις.

 

 

            Στα μέσα του 17ου αιώνα  τα νησιά Πάρος, Δήλος και Μύκονος και τα γύρω απ αυτά άλλα νησιά ερημώνονται και γίνονται καταφύγια των πειρατών. Τα Γιούρα και τα Ψαρά είναι την εποχή αυτή ερημονήσια και πειρατοφωλιές.

            Αλλά  και τα μεγάλα νησιά δέχονται επιδρομές πειρατών όπως η Θάσος στην οποία οι κάτοικοι αποτραβήχτηκαν στο εσωτερικά και κτίζουν χωριά σε απόμερα μέρη .

            Επίσης προσβάλετε η Άνδρος από τον Φράγκο πειρατή Hugues Grevelier στα 1670 επειδή οι κάτοικοί της αρνήθηκαν να του πληρώσουν λύτρα , Έτσι στον 17ο αιώνα κτίζονται πύργοι στο εσωτερικό του νησιού ψηλά τετράγωνα, γεροκτισμένα σπίτια με πολλά δωμάτια και υπόγειες αποθήκες που είχαν είσοδο πολύ ψηλότερα από το έδαφος και οι κάτοικοι έμπαιναν με κινητή ξύλινη σκάλα.

 

            Παράδειγμα ευψυχίας στα νησιά του Αιγαίου ήταν οι κάτοικοι της Αμοργού, οι οποίοι αντιμετώπισαν με τους Χριστιανούς πειρατές ΕΝΩΜΕΝΟΙ  με επιτυχία ώστε να τους αναγκάσουν να μη αποβιβάζονται στο νησί τους.

            Γράφει ο Sauser :

 

«Οι νησιώται ούτοι υπερέχουσι κατά πολύ από τους άλλους Έλληνες του Αιγαίου. Εισίν μεγαλοσωμότεροι, τολμηρότεροι και θαρραλεώτεροι, τοσούτον δε κατέστησαν επίφοβοι εις τους Χριστιανούς καταδρομείς, ώστε ενώ λυμαίνονται πάσας τας άλλας νήσους , εις αυτήν δεν ετόλμουν να ενεργήσωσιν απόβασιν».

 

            Οι επιτυχίες όμως αυτές των Αμοριανών τους έδωσε το δικαίωμα να ενεργούν, μέσα στο κλίμα αδικίας και αναρχίας που επικρατούσε στο Αιγαίο, και οι ίδιοι επιδρομές πειρατικές στα παράλια της Μ Ασίας.

 

          Οι πειρατές φωλιάζουν στα νησιά των Β Σποράδων (κυρίως Σκόπελο και Σκιάθο)  και των Κυκλάδων (κυρίως Μήλο)  και φαίνεται ότι έχουν συνεργούς ανάμεσα στους κατοίκους.

            Από την Μήλο λεηλατούν στην Κίμωλο στα 1638 με αποτέλεσμα οι κάτοικοι να πέσουν σε μεγάλη φτώχεια, το Κάστρο κτίστηκε λίγο αργότερα στα 1646 με πρωτοβουλία φυγάδων από την Σίφνο.

 

 
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Έλληνες πειρατές. Ελαιογραφία σε μουσαμά, του Antoine Alphouse Montjort (Μουσείο Βουρου — Ευταξία της Πόλεως των Αθηνών).

 

ΠΕΙΡΑΤΕΣ ΜΑΛΤΑΣ ΛΙΒΟΡΝΟΥ

 

            Στο δεύτερο μισό του 17ου αιώνα το Αιγαίο υποφέρει από τους πειρατές της Μάλτας (τους ιππότες του Αγ Ιωάννου που ως το 1522 είχαν ορμητήριο την Ρόδο και από το 1530 την Μάλτα), του Λιβόρνου (ιππότες του  Αγ Στεφάνου με βάση το Λιβόρνο , Λιβουρνέζοι πειρατές), της Μαγιορκας κα περιοχών.

            Οι χριστιανοί πειρατές ήταν εύκολο να πιάσουν τα αργοκίνητα Ελληνικά πλοία, τις σαίκες (saiques) που είχαν ψηλό ιστό και στρογγυλό  σκάφος για μεγάλη χωρητικότητα.

 

            Μετά τον Τουρκοβενετικό πόλεμο 1645 με 1669 οι αντίπαλοι με τους πειρατές που συμπράττουν  μαζί τους  ως καταδρομείς ή και Γαλλικά στρατεύματα που μάχοντο στην Κρήτη λαφυραγωγούν τους νησιώτες, οι οποίοι ήδη πλήρωναν φόρους και στους μεν και στους δε, και ταυτόχρονα με άνδρες τους συντηρούσαν αριθμό γαλερών στο Τούρκικο στόλο. 

            Αλλά και οι Βενετοί στρατολογούν νησιώτες και τους ρίχνουν στις γαλέρες για να τραβούν κουπί ή εισέπρατταν τους φόρους με παντοειδείς πιέσεις και βαρβαρότητες.

            Ομοίως η είσπραξη φόρων από τους Τούρκους έφερναν σε απόγνωση τους νησιώτες και τότε οι κάτοικοι έτρεχαν να κρυφτούν στα βουνά.

 

            Ο Μαρίνο Τζάνε Μπουνιαλής έγραψε ένα ποίημα το «Κρητικός πόλεμος» εκεί σε μερικά μέρη περιγράφει την αξιοθρήνητη κατάσταση των νησιών καθώς και μια πρεσβεία κατοίκων που παρουσιάζεται μπρος στον Καπουδάν πασά «ξεσχισμένοι, ανεγνώριστοι και ξετραχηλισμένοι».

 

«επήγενε και τούπανε τα βάρη δε μπορούμε

οπού χουνε καθημερινό και στέκουν να χαθούνε,

τους Φράγκους από την μια μεριά, τους μπέηδες απ την άλλη,

ώστε να δώσωμε κεινών έρχονται ακόμα και άλλοι

και θέλουσι κι άλλα σολντιά και πούχουν να τα βρούνε

και τόσα πάθη των Φραγκών νάχουνε δεν μπορούνε,

για ταύτα εις το βασιλειό ήρθανε να πούσι,

ανάπαυσιν αλλούς ποθές να τους ελευθερούσι

και πάνε ταις γυναίκες τως και τα παιδιά να σώσουν

και τα νησιά ν αφήσουνε και σπίτια να ρημώσουν».

 

            Βέβαια ο Καπουδάν πασάς εισέπρατε περισσότερα απ όσα έπρεπε από τους νησιώτες και έμενε για καιρό στα νησιά και οι ναυτικοί του καταπίεζαν σκληρά τους κατοίκους, μετά δε την αποχώρηση των Γάλλων πειρατών έγιναν πιεστικότεροι.

 

            Η επιδρομή του Καπλάν Μουσταφά πασά στα 1668 κατά της παροικίας της Πάρου ήταν φοβερή, η οποία στην αρχή σχεδιάσθηκε για την Σίφνο, αλλά την απέτρεψε την τελευταία στιγμή ο Σιφνιός άρχοντας Κιοσές.

            Οι χρονιές 1668 και 1669 ήταν γεμάτες ταλαιπωρία για τους Ναξιώτες και Αιγινήτες και τους άλλους νησιώτες, οι κάτοικοι κρύβονταν  στους αγρούς, επειδή οι Τούρκοι τους έπιαναν και τους έστελναν στα λατομεία στην Κρήτη, μόνο στην Αίγινα έπιασαν 300 και στα 1668 600 άνδρες, έτσι στην Αίγινα από τον πληθυσμό των 3.000 κατοίκων πάνω από τα δύο τρίτα ήταν γυναίκες και κορίτσια.

            Σε μερικά νησιά οι άντρες δεν έφταναν για τις ναυτικές και αγροτικές ασχολίες, στα 1671 στα 10 με 12 Τούρκικα καράβια των Αθηνών πλοίαρχοι και πληρώματα ήταν Αιγηνίτες, που με τα κέρδη των ταξιδιών σε Σμύρνη και Κωνσταντινούπολη έφερναν κάποια ευημερία στο νησί. Τώρα με τις επιδρομές των πειρατών αρπάχτηκε ότι είχε το νησί μέχρι και τα ζώα. Έτσι στα 1673 οι νησιώτες είχαν εξαθλιωθεί και επιπλέον έπρεπε να  πληρώνουν και φόρους. Υπάρχουν μαρτυρίες ότι ακόμα και σε μεγάλες γιορτές δεν έτρωγαν κρέας και ότι υποσιτίζοντο. Οι δε γυναίκες δεν έκαναν τίποτα άλλο παρά να κλώθουν μπαμπάκι και να κάμουν δίμιτο και βαμβακερά πανιά.

            Εξ αιτίας των πειρατών υποφέρει και η Κούλουρη, η φτώχεια είναι μεγάλη ότι παράγουν το πουλούν στην Αθήνα. Η κατάσταση αυτή επικρατεί και στα μεγάλα νησιά Κρήτη, Κύπρο, Ρόδο, Χίο, Μυτιλήνη. Στα 1672 ο Καπουδάν πασάς που φοβόταν απόβαση των Γάλλων ζητούσε στρατιώτες για να αποκρούσει πιθανή απόβαση.

            Στα τέλη του 17ου αιώνα η Μήλος και Κίμωλος είχαν γίνει άντρα πειρατών και κέντρα ακολασίας, όπου γινόταν διασπάθιση του πλούτου των λεηλατημένων νησιών, η φτώχεια από την άλλη οδηγούσε στην έκλυση των ηθών ιδιαίτερα στην Κίμωλο όπου η απουσία ανδρών οδήγησε στην εκπόρνευση πολλών γυναικών.

            Ειδικά η σπατάλη των ανόμων κερδών των Φράγκων πειρατών στην Μήλο, αναπτύχθηκε εμπόριο για το πούλημα των λειών τους, αυτό είχε μεγάλο αντίκτυπο στην οικονομία του νησιού με αποτέλεσμα την αύξηση του πληθυσμού σε 50 χρόνια.

            Εδώ θα πρέπει να αναφέρουμε μερικά ονόματα Γάλλων πειρατών :

Boneville de Temericour, ιππότης d Hocquincourt, Huguew Crevelier ή Cruvelier, ιππότης d Entrechaut, Poussel Orange, Lauthier κα

 

            Στην Ίο η μοναδική κωμόπολη κατοικείτο από Αλβανούς (ο Sauger τους λέει Ελληνοαλβανούς) και πειρατές από διάφορα έθνη που έβρισκαν καταφύγιο εκεί, Στη Ίο μερικές φορές ήταν αγκυροβολημένα και 25 πλοία με 4.000 Φράγκους κυρίως στρατιώτες μα και πειρατές που ερχόντουσαν να διαχειμάσουν. Οι Τούρκοι την Ίο την ονόμαζαν μικρή Μάλτα και είχε και καθολικό ιερέα για να τελούν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα.

 

            Όμως και Πάρος και άλλα νησιά ήταν άσυλο πειρατών, πολλοί από τους οποίους είχαν παντρευτεί και εγκατασταθεί μόνιμα στο νησί. Οι δε πρόκριτοι είχαν στενούς δεσμούς με τους πειρατές, για τον λόγο αυτό δεν τολμούν να παρουσιαστούν στον τεφτετζή όπως οι υπόλοιποι κάτοικοι, όταν κατέφτασαν οι Τούρκοι στα 1676 με 13 γαλέρες για να διαπιστώσουν ποιοι είχαν σχέσεις με τους πειρατές. Οι πρόκριτοι θα ήταν ασφαλώς οι μόνοι που δεν θα είχαν παράπονα από την κατάσταση που επικρατούσε με την πειρατεία! Οι υπόλοιποι κάτοικοι δήλωναν ότι ήθελαν να εποικιστούν σε άλλο νησί, η φτώχεια ήταν έκδηλη, οι γυναίκες εγκαταλειμμένες και πρόθυμες να τέρψουν τους ξέμπαρκους ναυτικούς στο νησί.

 

            Η επιθυμία των Παριανών δεν ήταν το μοναδικό φαινόμενο, παρουσιαζόταν και σε άλλα νησιά, έτσι η Πύλη μπήκε σε σκέψεις, οι ανάγκες των Οθωμανών ήταν στρατηγικές και ήθελαν ζωντανά τα νησιά έτσι δεν ήθελαν τέτοιες μετακινήσεις.

            Ο κίνδυνος των Πειρατών κάνει πολλούς Τούρκους να μη δέχονται αξιώματα στα νησιά (Βοεβόδα, κατή κλπ) και όπου υπήρχαν τέτοιοι Τούρκοι, οι κάτοικοι φρόντιζαν για την σωτηρία τους σε περίπτωση επιδρομής, χαρακτηριστική είναι η περίπτωση που μοναχοί της Μήλου στα 1678 υπερασπίζουν και σώζουν τον καδή του νησιού που είχε καταφύγει στο μοναστήρι.

            Αυτό βέβαια είχε το καλό τα νησιά να διοικούνται από Έλληνες βοεβόδες που διοριζόταν από την Κωνσταντινούπολη ή εξαγοραζόταν η θέση όπως έγινε στην Σαλαμίνα που για 785 πιάστρα  στον Καπουδάν πασά αγοράστηκε η θέση του Βοεβόδα Σαλαμίνας, Αίγινας και Πόρου. Ο έλληνας Βοεβόδας απαιτούσε  τον κεφαλικό φόρο, αλλά είχε το δικαίωμα να τιμωρεί να ξυλοκοπάει τους κατοίκους.

Στην Σύρα στα 1722 ο Έλληνας διοικητής είναι κυρίως εκμισθωτής φόρων δεκάτης και γεμεκλικιού και διοριζόταν από τον Καπουδάν πασά.

 

            Οι κάτοικοι τους Φράγκους τους ανεχόντουσαν από ανάγκη όταν τους κυνηγούσαν οι Τούρκοι, δεν τους βοηθούσαν, αυτή η συμπεριφορά προξενούσε αντίποινα των πειρατών.

            Ορισμένοι τυχοδιώκτες Φράγκοι πειρατές αλλά και Ιταλοί, Ισπανοί, και Γάλλοι που ήρθαν στο Αιγαίο για πλιάτσικο, εγκαθίστανται σε νησιά των Κυκλάδων και κάνουν γάμους με ντόπιες και ζουν ειρηνικά τρώγοντας  τα άνομα κέρδη της πειρατείας, μερικοί από τους μεταπράτες δεν πληρώνουν και φόρο προβάλλοντας ότι είναι ξένοι, έτσι έρχονται σε προστριβές με τους νησιώτες.

 



ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Έλληνες πειρατές σε έφοδο. Ξυλογραφία των Decamps — Rouargue, μέσα 19ου αι. (συλλογή: «Βιβλιοφιλία — Κώστας Σπανός).
 

ΠΕΙΡΑΤΕΣ ΚΑΙ ΚΑΘΟΛΙΚΗ ΕΚΚΛΗΣΙΑ

 

            Με την πειρατεία είχαν καλές σχέσεις οι καθολικοί κληρικοί, καπουτσίνοι και ιησουΐτες μοναχοί, και οι πειρατές τους ΣΈΒΟΝΤΑΙ, και δαπανούσαν ποσά για την ανακαίνιση ή κτίσιμο ιερών και ιδρυμάτων, έτσι ο πειρατής Δανιήλ τους δωρίζει χρήματα, τρόφιμα  και ιερά σκεύη ,  ο Κορσικανός Ιωάννης Διμάρχης οικοδομεί ναό των καπουτσίνων στην Πάρο,  ο Λιγουρέζος Ιωάννης Μαρίας Κάρδης που μένει στην Κίθνο κτίζει την εκκλησία του Αγ Ιωάννη του Βαπτιστή και με το πειρατικό του μεταφέρει τον καθολικό επίσκοπο Τήνου Ευάγγελο Βενιέρη στην Νάξο.

            Ανάλογα τιμούν και οι καθολικοί τους ευεργέτες τους πειρατές, έτσι τον πειρατή Παύλο που πεθαίνει στο μοναστήρι του Ευαγγελισμού των «Σοκολάνων» στην Νάξο, τον θάβουν μέσα στην εκκλησία, τον Αυγουστίνο γιο του περίφημου πειρατή Hugues Crevelier  τον ενταφιάζουν  μέσα στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου της Άγουσας (Νάουσα) Πάρου.

            Χαρακτηριστικό είναι τι έγραψαν οι καπουτσίνοι της Νάξου χαρείτε το:

 

« 1679 Μηνός (Φεβρουαρίου) εννέα και δεκάτη εν Αγούση ο πειρατής Αυγουστίνος, υιός του πειρατού  Κρεβελιέρου , εν ηλικία εννιά και δέκα ετών εν τω πλοίω αυτού , αφού εξωμολογήθη  και μετέλαβε των αχράντων μυστηρίων , ετάφη την πρωία της επόμενης εν τω μέσω του ναού του αγίου Γεωργίου εν τάφω  νέω, εν ω ουδείς είχε ταφή ,  νεωστί ανοιχθέντα υπό του εφημερίου Λεονάρδου (Φρέρη) , προς ον απέτισαν τα δαπανηθέντα  και ίνα χαράξη τα σήματα του αποθανόντος επ αυτού, ετάφη εν μεγάλη πομπή , ανήγειραν αυτώ βήμα μετά των σημάτων αυτού, πέριξ δώδεκα πτωχοί ενδυθέντες λευκά έφερον κηρία και δώδεκα λαμπάδες. Ο Έλλην μητροπολίτης μετά πάντων των ιερέων παρέστη, ο εφημέριος του πειρατού έψαλλεν την νεκρόσιμον ακολουθίαν».

 

            Ανάλογο φαινόμενο είχε να παρουσιαστεί από την εποχή του Ομήρου που η πειρατεία αντί να ντροπιάζει με τα έργα της, δοξάζει και ηρωοποιεί. Δες τώρα και ένα άλλο ντοκουμέντο από την σύλληψη και τον θάνατο του πειρατή de Temericourt:

 

«Μοναχοί και λαός εκδήλωναν αισθήματα πραγματικής λατρείας. Έτσι το πτώμα του φημισμένου πειρατή de Temericourt που τα κύματα το είχαν ρίξει στην ακρογιαλιά της Κάσου, το μετέφερε ένας καπουτσίνος στην εκκλησούλα του με την βοήθεια μερικών ντόπιων ψαράδων και εκεί, αφού του απέδωσε τις τελευταίες τιμές, τον έθαψε κοντά στον Βωμό. Μια μαρμάρινη πλάκα χωρίς καμιά επιγραφή σκέπαζε το λείψανο του και πάνω απ αυτήν έκαιγε μια καντήλα νύκτα μέρα. Εκεί κοντά, στον τοίχο κρέμασαν τα μαλλιά του – θλιβερό απομεινάρι της πληθωρικής εκείνης ψυχής και χτυπητό σημάδι της μηδαμινότητας του ανθρώπου. Τόσο οι ντόπιοι Έλληνες , όσο και εκείνοι που προσορμίζονται στο νησί δεν παράλειπαν να επισκεφθούν  τον απέριττο τάφο του Φράγκου πειρατή και να σχολιάσουν τα κατορθώματά του με αισθήματα ανάμικτα από θλίψη και θαυμασμό».

 

            Πολλές φορές οι καθολικοί μοναχοί μεσολαβούν στους πειρατές για να προστατέψουν ορθόδοξους νησιώτες. Έτσι βλέπουμε ότι οι Παριανοί επιθυμούν την εγκατάσταση ιησουϊτών ή καπουτσίνων στο νησί τους για να εξασφαλίσουν αυτή την προστασία, οι μοναχοί αυτοί έχουν ανάμεσά τους και γιατρούς που προσέφεραν δωρεάν τις υπηρεσίες τους, αυτά βέβαια δεν γίνονται άδολα, αλλά με στόχο τον προσηλυτισμό των νησιωτών. Μετά την άλωση πολλοί νησιώτες γίνονται για τους πιο πάνω λόγους καθολικοί, αλλά και πολλοί καθολικοί γίνονται ορθόδοξοι , τώρα οι καθολικοί μοναχοί επωφελούνται από την αναρχία στο Αιγαίο και αναπτύσσουν μεγάλη δραστηριότητα , τα αποτελέσματα του προσηλυτισμού είναι ασήμαντα., έτσι στην Νάξο λίγοι γίνονται καθολικοί οι λεγόμενοι «αμφίβιοι»

 

 
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ: Ελληνική φελούκα στα χρόνια της Επανάστασης (το αριστερό σκάφος τής εικόνας). Τύπος ελαφρού σκάφους με ένα πανί. Το χρησιμοποιούσαν στις επιθέσεις τους οι Έλληνες πειρατές (Λιθογραφία, 1827, Μουσείο Μπενάκη).

 

ΤΑ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΠΕΙΡΑΤΕΙΑΣ

 

Ο ΣΚΛΑΒΟΣ

 

 Ο σκλάβος του πειρατή ήταν πολύτιμο εμπόρευμα, το δουλεμπόρια ήταν επικερδής επιχείρηση, εκτός αυτού όμως ήταν δυνατόν να εξαγοραστεί με πλούσια λύτρα η και να πουληθεί στα διάφορα σκλαβοπάζαρα της ανατολής.

            Μεγάλες καραβιές από σκλάβους έφταναν πεζή ή αποβιβαζόντουσαν στην Κωνσταντινούπολη  και οδηγούντο στα παζάρια της, οι άνθρωποι αυτοί ήταν  κάθε ηλικίας από 3 μέχρι  55 ετών.

 Όλοι οι περιηγηταί δεν παραλείπουν να περιγράψουν τα σκλαβοπάζαρα της Κωνσταντινουπόλεως. Το δουλεμπόριο βρισκόταν στα χέρια των Εβραίων, οι οποίοι ενεργούσαν επί των γυναικών σαν κοινοί μαστροποί, προσπαθώντας να εκθειάσουν τα χαρίσματα τους, βάφοντάς ή ντύνοντας προκλητικά τα κορίτσια.

            Από τις πράξεις αγορά βλέπουμε την τιμή που έπιαναν οι σκλάβοι ανάλογα την ηλικία και το φύλλο τους. Οι περιγραφές αυτών των σκλαβοπάζαρων  αποτελούν θλιβερά ντοκουμέντα των δεινών που υπέστησαν οι Έλληνες των νήσων.

            Πανάθλια ήταν η ζωή των κωπηλατών που στρατωνίζοντο στα λουτρά  της Κωνσταντινουπόλεως.

            Οι περισσότεροι άνδρες σκλάβοι των Τούρκων στα τέλη του 17ου αιώνα ήταν Ισπανοί, Ιταλοί και Γάλλοι. και τους προμηθεύοντο από την Μπαρμπαριά η οποία έδινε ετησίως 6.000 σκλάβους στην Τουρκία .

Η προσπάθεια να συνεννοηθούν σκλάβοι και Τούρκοι έδωσε ένα νέο γλωσσικό ιδίωμα το FRANCO, κατά τον ίδιο τρόπο ανάμεσα στις σκλάβες κατά το πλείστον Ρωσίδες, Πολωνίδες, Γεωργιανές, Ουγγρίδες  και Γερμανίδες γενιέται το RUSSIOT ιδίωμα που πλησιάζει την ρωσική γλώσσα.

            Για τους λόγους αυτούς δεν ήταν σπάνιες οι ανταρσίες των σκλάβων στα καράβια, οι δραπέτες Ευρωπαίοι αιχμάλωτοι θα έπρεπε να αντιμετωπίσουν ποικίλα προβλήματα και εμπόδια, το πιο σίγουρο ήταν ότι θα τους ξανάπιαναν, και για το τόλμημά τους θα βασανιζόντουσαν. Το ξύλο ήταν στην ημερήσια διάταξη.

            Στους φυγάδες οι Έλληνες και οι Αρμένιοι φερόντουσαν με φιλανθρωπία και αυτοθυσία. Δεν δίσταζαν παρά τους κινδύνους να τους κρύβουν και να τους διευκολύνουν με ρούχα, πληροφορίες και τρόφιμα.

            Πλούσιοι ευγενείς βοηθούσαν στην εξαγορά αιχμαλώτων και οι ιερείς έκαναν εκκλήσεις προς αυτό. Γενικά όμως η εξαγορά ήταν οικογενειακό θέμα, στην Ζάκυνθο υπήρχε ειδικό ταμείο εξαγοράς σκλάβων που ιδρύθηκε στα 1560 και λειτούργησε μέχρι τα 1787, όμοιο ταμείο υπήρχε στην Άνδρο.

            Ο Ελληνικός λαός αναφέρεται στο θέμα με ευχές και κατάρες πχ «Σκλαβιά να σου ρθή», «Σκλάβος στην Μπαρμπαριά να πας» κλπ  αλλά και με τραγούδια .

 

 

ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Η Σκάλα και η Χώρα της Ίου σε χαλκογραφία του β' μισού του 18ου αι. «Μικρή Μάλτα» αποκαλούσαν παλαιότερα την Ίο, η οποία από τα τέλη του 16ου και σε όλη τη διάρκεια του 17ου αι. ήταν καταφύγιο και κέντρο συνάντησης των πειρατών, που συχνά επισκεύαζαν εκεί και τα σκάφη τους (Γεννάδειος Βιβλιοθήκη).




ΣΠΙΤΙΑ ΑΜΥΝΑ

 

            Οι συνθήκες που επικρατούν στο  Αιγαίο επιδρά στην διαμόρφωση των σπιτιών και των οικισμών.

            Οι κάτοικοι των μικρών νησιών για να ασφαλιστούν από τις επιδρομές καταφεύγουν ψηλά στα οχυρά  μέρη του νησιού και κτίζουν σπίτια κολλητά το ένα με το άλλο , ώστε οι εξωτερικοί τοίχοι, που δεν έχουν παράθυρα και πόρτες παρά μόνο μικρούς φεγγίτες πολύ ψηλά να σχηματίζουν τον περίβολο ενός τείχους , σαν κάστρο, στο κάστρο αυτό έμπαιναν από μια ή περισσότερες πόρτες.

 

            Οι κάτοικοι των μεγάλων νησιών η παράλιων της ηπειρωτικής Ελλάδος, εγκαταλείπουν τις ακτές και αποτραβιόνται σε απόκρημνους βράχους ή στα μεσόγεια σε οχυρές θέσεις .

 

            Στο Αιγαίο είναι γνωστά τα Κάστρα που 135 χρόνια  μετά την λήξη της πειρατείας εγκαταλείπονται βαθμιαία.

            Για την έγκαιρη αντιμετώπιση του κινδύνου κτίζουν στις ακρογιαλιές πύργους (καστέλλια) αλλιώς ονομάζονται αυτά : Βιγλαριά, Βίγλες, μεροβίγλια, νυχτοβίγλια, στροβίγλια, βιγλιοστάσια, βαρδιόλες, κούλες, σε όλα αυτά υπήρχαν μισθωτοί βιγλάρηδες που σε περίπτωση ύποπτων καραβιών και κινδύνου έδιναν σύνθημα συναγερμού με φωτιές ή πυροβολισμούς.

 

           

 

 

           


 

  ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ : Χάρτης της Μήλου, 1700. Από τα τέλη του 16ου αι. και σε όλη τη διάρκεια του 17ου αι. η Μήλος ήταν καταφύγιο, ορμητήριο και κέντρο μεταπρατικού εμπορίου των χριστιανών πειρατών. Η διακίνηση της πειρατικής λείας είχε ως αποτέλεσμα την ευημερία των κατοίκων. Η συμβίωση, όμως, με τους πειρατές και τους μεταπράτες έφερε έκλυση των ηθών (Γεννάδειος Βιβλιοθήκη).

 

 

 

 

           

           

 

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΠΑΓΚΑΛΟΣ ΚΑΙ ΜΟΥΣΟΛΙΝΙ

Στο βιβλίο της της Ιζαμπέλλας Παλάσκα αναφέρεται μια άγνωστη και εκπληκτική εξιστόρηση προσπάθειας του Θ Πάγκαλου να δει τον Μουσολίνι, ο ο...